Γιατί δεν θυμώνουμε με τη σφαγή στη Συρία;
Όσο περνάει ο καιρός, ο εμφύλιος στη Συρία γίνεται πιο αιματηρός, με τους νεκρούς να ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες πιθανόν να ξεπερνούν τις 100.000. Στο πεδίο της μάχης η κατάσταση είναι μάλλον στάσιμη, αφού η επέμβαση της Χεζμπολά στο πλευρό του Άσαντ ανέκοψε την προώθηση της ένοπλης αντιπολίτευσης. Όμως, πλέον, και η αντεπίθεση του καθεστώτος έχει ανακοπεί από τους αντάρτες. Μια ενδεχόμενη δυτική επιδρομή θα πρέπει προς το παρόν να αποκλειστεί, αφού ο Άσαντ έχει αποδεχτεί τη διαδικασία καταστροφής των χημικών όπλων που διαθέτει. Το σκηνικό γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο λόγω των συγκρούσεων ακραίων ισλαμιστών, συνδεόμενων με την ΑλΚάιντα, με τους Κούρδους καθώς και με δυνάμεις του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA). Με δεδομένα λοιπόν ότι στο πεδίο τη μάχης δεν βγαίνει προς το παρόν νικητής και ότι οι ειρηνευτικές συνομιλίες της Γενεύης δεν έχουν καν αρχίσει, η σφαγή στη Συρία θα συνεχιστεί αμείωτη.
Η πολιτική κατάσταση της Συρίας είναι λίγο πολύ γνωστή. Γνωστό επίσης και το μέγεθος της σφαγής, που εξελίσσεται σε μια από τις πιο μεγάλες σφαγές στην ιστορία της Μέσης Ανατολής. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον πόλεμο των Έξι Ημερών είχαν σκοτωθεί όχι παραπάνω από 15.000 άτομα και στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973 όχι παραπάνω από 20.000. Γύρω στις 20.000 υπολογίζονται και οι νεκροί από την ισραηλινή επέμβαση στον Λίβανο το 1982. Και σε άλλη κλίμακα βέβαια, η αμερικάνικη εισβολή στο Ιράκ το 2003 με τους νεκρούς να υπολογίζονται μεταξύ 600.000 και 1.000.000.
Το θέμα λοιπόν είναι γιατί εμείς, οι άνθρωποι της Αριστεράς, του αναρχικού χώρου, του αντιπολεμικού κινήματος εν γένει, δεν θυμώνουμε (πλην ορισμένων εξαιρέσεων) με όσα συμβαίνουν στη Συρία; Και δεν εννοώ τον κατά μόνας θυμό μπροστά στις οθόνες του υπολογιστή ή της τηλεόρασης. Αναφέρομαι στο συλλογικό θυμό, έτσι όπως αυτός εκφράζεται στις διαδηλώσεις, στο δημόσιο λόγο, αλλά και στις συζητήσεις των αγωνιστών-ριών. Αυτός ο συλλογικός θυμός για τη Συρία είναι που λείπει. Και θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί συμβαίνει αυτό, από τη στιγμή που οι αντιπολεμικές μας ευαισθησίες και η ανθρωπιά μας δεν είναι μόνο διακηρυγμένες, αλλά πολλές φορές ακόμα και με κόστος εκφρασμένες.