Καμμιά υποχώρηση στον ελληνικό εθνικισμό

  • Δημοσιεύτηκε: Δευ, 05/02/2018 - 1:04μμ

1. Το όλο ζήτημα που προέκυψε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 σχετικά με το όνομα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας οφειλόταν στην κατηγορηματική άρνηση του ελληνικού κράτους να περιλαμβάνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο ο όρος «Μακεδονία» στην ονομασία της γειτονικής χώρας. Επρόκειτο για μια εξωφρενική απαίτηση, τόσο από ιστορική όσο και από πολιτική άποψη, την οποία στήριξαν όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα  πλην του ΚΚΕ, προπαγάνδισαν με φανατισμό ισόποσο του ψεύδους τους όλα σχεδόν του ΜΜΕ, αγκάλιασε με το ρατσιστικό μίσος που τη διακρίνει απέναντι στον «πλησίον» όταν δεν είναι «δικός μας» η εκκλησία και φυσικά υιοθέτησε η μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας.

2. Ο επιθετικός ελληνικός εθνικισμός που αναπτύχθηκε εκείνη την εποχή, παράλληλα με την κατάρρευση του «υπαρκτού», την εμπέδωση της «νέας τάξης πραγμάτων» και τη μαζική είσοδο αλβανών μεταναστών στην Ελλάδα, αποτέλεσε τον αρνητικότερο παράγοντα όχι μόνο για τις σχέσεις με τη γειτονική χώρα, αλλά και για το εσωτερικό της δικής μας χώρας με τη συσκότιση των κοινωνικών και ταξικών επίδικων  που έθετε η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού εκείνη την περίοδο και την ιδεολογική/πολιτισμική οπισθοδρόμηση μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας. Κατά μια έννοια, ο εθνικισμός περί το Μακεδονικό και η υποστήριξη στους επεκτατικούς πολέμους της «ομόδοξης» Σερβίας του Μιλόσεβιτς αποτέλεσαν το σχολείο του ρατσισμού, της μισοξενίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, που συνεχίζουν –και για άλλους λόγους βέβαια – να μας ταλανίζουν μέχρι σήμερα.

3. Αναμφίβολα και στη Δημοκρατία της Μακεδονίας υπήρχε και συνεχίζει να υπάρχει εθνικισμός. Ο εθνικισμός που είναι σύμφυτος με το έθνος-κράτος, την αφήγηση, τους μύθους και το φαντασιακό που συγκροτούν την πολιτική συνοχή και την κοινωνική νομιμοποίηση του, ιδιαίτερα όταν είναι νεοσύστατο, πολυεθνικό και απειλούμενο όπως το γειτονικό. Αναμφίβολα, ωστόσο, ο εθνικισμός στη Δημοκρατία της Μακεδονίας εντάθηκε αντανακλαστικά στον επιθετικό ελληνικό εθνικισμό. Οι ιαχές των εθνικιστικών συλλαλητηρίων στη χώρα μας «η λύση είναι μία, σύνορα με τη Σερβία» είναι πασίγνωστο πως αποτελούσαν έναν από τους σχεδιασμούς της ελληνικής κρατικής πολιτικής και το ελληνικό βέτο στη συμμετοχή της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ φυσιολογικά ευνόησαν την μακεδονική εθνικιστική συσπείρωση με τα συνακόλουθα (αγάλματα, σημαίες, ονομασίες κλπ). Έτσι λοιπόν, παρότι στην αρχή της κρίσης ο Κίρο Γκλιγκόροφ πρότεινε σύνθετη ονομασία για τη χώρα του, την οποία αρνήθηκε μετά βδελυγμίας η ελληνική κυβέρνηση τελικά το ζήτημα του ονόματος έμεινε μετέωρο, το εθνικιστικό VMRO ανέλαβε την κυβερνητική εξουσία, η Δημοκρατία της Μακεδονίας αναγνωρίστηκε με το συνταγματικό όνομά της από όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου και έχει απομείνει το τιμωρητικό ελληνικό βέτο ως προς τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.    

4. Αρκετοί αρνητές της ονομασίας της γειτονικής χώρας με το συνταγματικό όνομά της, αλλά ακόμα και με σύνθετο, ισχυρίζονται ότι αυτό το κάνουν για να μην εγερθεί από τη Δημοκρατία της Μακεδονίας ζήτημα ύπαρξης μακεδονικής μειονότητας στην ελλάδα. Πρόκειται για θέση απολύτως υποκριτική και καιροσκοπική. Αρνούνται να παραδεχτούν το προφανές για να μην προκύψει το αυτονόητο…Στην ελληνική Μακεδονία, ιδιαίτερα στη δυτική, υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που στην καθημερινότητά τους επικοινωνούν στη μακεδονική γλώσσα και αισθάνονται  εθνικά Μακεδόνες. Μέχρι τη δεκαετία του ’90 υπήρχαν πολλοί ηλικιωμένοι που μιλούσαν αποκλειστικά μακεδονικά, μια ολοκληρωμένη προφορική και  γραπτή γλώσσα με πολλά κοινά στοιχεία με τα βουλγαρικά αλλά ουδεμία σχέση με τα ελληνικά. Αντί, λοιπόν για στρουθοκαμηλισμούς και απαγορεύσεις που οδηγούν σε αθλιότητες όπως εκείνη της απαγόρευσης το 1982 της επιστροφής όσων πολιτικών προσφύγων του εμφυλίου ήταν «αλλογενείς» (δηλαδή Μακεδόνες), ενώ ταυτόχρονα το ελληνικό κράτος αρνείται να αναγνωρίσει αυτή ακριβώς την «αλλογένεια» στην επικράτειά του, η Ελλάδα οφείλει να σεβαστεί όλα τα δικαιώματα των εθνικά Μακεδόνων ελλήνων πολιτών που ζουν στο έδαφός της, όπως ακριβώς συμβαίνει με την ελληνική μειονότητα που ζει στη Νότια Αλβανία.

5.Αυτή την περίοδο, η κυβέρνηση Ζάεφ, υπό τα σκληρά αντιπολιτευτικά πυρά του VMRO, αποφάσισε να συμμετάσχει σε συνομιλίες με την Ελλάδα, υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ, με στόχο το συμβιβασμό σε μια κοινά αποδεκτή σύνθετη ονομασία της γειτονικής χώρας. Προς τούτο μάλιστα, η κυβέρνηση Ζάεφ ήδη έχει προβεί στις πρώτες κινήσεις καλής θέλησης με την αλλαγή των ονομάτων της εθνικής οδού και του αεροδρομίου των Σκοπίων. Προφανώς, τα κίνητρά της,  δεν είναι… διεθνιστικά (αποτελεί φιλελεύθερη κυβέρνηση ενός αστικού κράτους), αλλά πολιτικά, σχετιζόμενα κυρίως με τη συνοχή και τη σταθερότητα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, και οικονομικά, αφορώντα κυρίως εμπορικές συναλλαγές και επιδοτήσεις. Επ’ ουδενί διαφαίνονται ανθελληνικές σκοπιμότητες και «ιμπεριαλιστικοί δάκτυλοι» στο συμβιβασμό για το όνομα – εξάλλου η Ελλάδα δυστυχώς αποτελεί τον ισχυρότερο και πιστότερο εταίρο του ΝΑΤΟ στην περιοχή – και, εν πάση περιπτώσει, η ειρηνική επίλυση, χωρίς ταπεινωτικές ρυθμίσεις και αυταρχικές επιβολές, ενός προβλήματος που συντηρεί και αναζωπυρώνει τον εθνικισμό στις δύο χώρες, συσκοτίζοντας τα πραγματικά προβλήματα των λαών τους, είναι απολύτως θετική.

6.Ελπίζουμε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρ’ όλες τις εθνικιστικές κραυγές του εταίρου της, να μην εγκαταλείψει τις συνομιλίες, υπό την πίεση των εθνικιστικών συλλαλητηρίων και της τηλεοπτικής φαιάς προπαγάνδας, και κυρίως να μην υπονομεύσει, ακυρώνοντάς τες τελικά, θέτοντας ανέφικτους και απαράδεκτους όρους στην άλλη πλευρά (π.χ, αλλαγή του Συντάγματος) ή ζητώντας δηλώσεις πολιτικής υποταγής και εξάρτησης. ‘Ένα ναυάγιο των συνομιλιών ή μια παρατεταμένη φλυαρία για «το σεβασμό των εθνικών δικαίων» θα ισχυροποιήσει πολύ περισσότερο τον εθνικιστικό/ακροδεξιό πόλο και θα επιβαρύνει το γενικό κοινωνικοπολιτικό κλίμα σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την έναρξη της συζήτησης για το συμβιβασμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τεράστιες ευθύνες, με τη νεοφιλελεύθερη μετάλλαξή του, για τη διάψευση των ελπίδων και τη συνακόλουθη ιδεολογική συντηρητικοποίηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Με αυτή την έννοια, η χειρότερη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει είναι μετά την παράδοσή του στα μνημόνια να υποταχθεί στον εθνικισμό. Καλοδεχούμενος, λοιπόν, ο συμβιβασμός αρκεί να γίνει γρήγορα, ισότιμα και δημοκρατικά…

7. Μας στεναχωρεί, μας ανησυχεί και ενίοτε μας εξοργίζει η στάση της πλειονότητας των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Γενικόλογες αναφορές στον ιμπεριαλισμό και τους εθνικισμούς χωρίς καμία συγκεκριμένη αναφορά στην «ταμπακέρα», το όνομα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας˙  πρωτόγονος αντισυριζισμός, που μάλλον κολακεύει την κυβερνητική πολιτική, παρά την αποδομεί˙   ποικιλόμορφα κλεισίματα ματιού στον ελληνικό εθνικισμό με αναφορές στα «αλυτρωτικά σχέδια» της γειτονικής χώρας˙  δειλή αποσιώπηση κάθε αναφοράς στους ντόπιους Μακεδόνες στην Ελλάδα και στην επιστροφή των μακεδόνων πολιτικών προσφύγων του εμφυλίου και των οικογενειών τους˙  και το χειρότερο «αντιμνημονιακό» ξέπλυμα του εθνικιστικού συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης και του επερχόμενου της Αθήνας. Με δυο λόγια, καμμιά σχέση με τις διεθνιστικές παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος και τον πυρήνα τους: «Ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα».

Νίκος Γιαννόπουλος,

μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και της Δικτύωσης Ριζοσπαστικής Αριστεράς

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εποχή στις 4/02/2018

Θεματικές: 
Κατηγορίες: