Κυκλοφορεί το νέο τεύχος του Δελτίου Θυέλλης

  • Δημοσιεύτηκε: Πέμ, 21/04/2016 - 1:33μμ

Κυκλοφορεί το νέο τεύχος (Νο44) του Δελτίου Θυέλλης, της περιοδικής έκδοσης του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα. Με άρθρα για την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου και τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, το προσφυγικό και την αντίσταση στη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, την καταστολή, τον αντιφασισμό, το Δελτίο Θυέλλης καλύπτει με κριτικό τρόπο την ατζέντα της συγκυρίας, από τη σκοπιά πάντα των κινημάτων.

Ακολουθεί το editorial του νέου Δελτίου Θυέλλης.

Κυβερνητισμός: γεροντική αρρώστια του ρεφορμισμού

Η «δεύτερη φορά Αριστερά» καλά βαδίζει! Εφαρμόζει απαρέγκλιτα το 3ο Μνημόνιο γιατί «δεν υπάρχει εναλλακτική»... Εφαρμόζει τη συμφωνία της ντροπής μεταξύ ΕΕ - Τουρκίας για το σφράγισμα των συνόρων και τις απελάσεις οικονομικών και πολιτικών προσφύγων, ένα «4ο Μνημόνιο», γιατί «δεν υπάρχει εναλλακτική»... Επίσης, εμφανίζει τον εαυτό της ως τον ακαταμάχητο αγωνιστή που βάλλεται πανταχόθεν, ιδίως από τη Δεξιά και τα συστημικά ΜΜΕ, υιοθετώντας βέβαια με καλπάζοντες ρυθμούς τόσο την πολιτική όσο και τα ήθη τους. Επιδεικνύει δε μεγάλη αποφασιστικότητα και ανάλογη οργή απέναντι σε όσους της κάνουν εξ αριστερών κριτική. Αποτελεί μια σπάνια περίπτωση που η ευθιξία φαίνεται να έχει πάρει οριστικό διαζύγιο από το φιλότιμο...

«Δεν υπάρχει εναλλακτική» λοιπόν... Μα τότε γιατί αυτή η κυβέρνηση επιμένει να παραμένει στην πολιτική εξουσία αν δεν διαθέτει καμία εναλλακτική και, με αυτή την έννοια, δεν αποτελεί και η ίδια καμία εναλλακτική για τις υποτελείς τάξεις; Μάλλον επειδή θεωρεί τον εαυτό της την καλύτερη εναλλακτική για τη διαχείριση της ΤΙΝΑ (There Is No Alternative) με τους μικρότερους δυνατούς κραδασμούς. Έργο αριστερό και βεβαίως θεάρεστο...

Ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να υποστηρίζουμε ότι καταρρέει, έχει μπει ανεπιστρεπτί σε τροχιά παρακμής, παράλυσης και ήττας. Έτσι, αφού με τη συστημική μετάλλαξή του ενέτεινε την κοινωνική ερήμωση, την πολιτική απογοήτευση και την ηθική απαξίωση της Αριστεράς, πληρώνει πλέον και ο ίδιος τις «ανακαλύψεις» του για «αλλαγή χωρίς ρήξεις» και «ήπια διαχείριση των μνημονίων» και, προφανώς, την υιοθέτηση του αυθεντικού καθεστωτικού μείγματος αλαζονείας και ψεύδους.

Ισχυριζόμαστε ότι βρισκόμαστε σε μια εντελώς νέα κατάσταση, η οποία όμως καθορίζεται από όλα τα αρνητικά που της κληροδότησε η προηγούμενη: τη θριαμβευτική νίκη των «δανειστών», τη συντριπτική διάψευση του «όχι» στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, την εμπέδωση, εν τέλει, του «όλοι ίδιοι είναι». Με αυτή την έννοια, είμαστε απαισιόδοξοι ως προς τις βραχυμεσοπρόθεσμες εξελίξεις («αντεπαναστατικού τύπου» επάνοδος της Δεξιάς στην Ελλάδα, αυταρχική ρατσιστική στροφή στο ευρωπαϊκό πεδίο, κλιμάκωση των μιλιταριστικών ή και ανοιχτά πολεμικών λύσεων στην ευρύτερη περιοχή, συνέχιση της διεθνούς οικονομικής/κοινωνικής κρίσης με απογείωση των αντικοινωνικών πολιτικών, αλλά και ένταση των εθνοκρατικών ανταγωνισμών). Και παράλληλα είμαστε πολύ συγκρατημένα αισιόδοξοι ως προς τις δυνατότητες υπέρβασης αυτής της κατάστασης προς όφελος των λαϊκών τάξεων. Οι λόγοι γι' αυτό είναι οικονομικοί, κοινωνικοί, ιδεολογικοί, στους οποίους έχουμε αναφερθεί πολλές φορές, εδώ θα σταθούμε σε ορισμένους «υποκειμενικούς», ιδιαίτερα στον κατακερματισμό και την υποχώρηση του κινήματος (των κινημάτων), καθώς και στην εσωστρέφεια και το σεκταρισμό της υπαρκτής πολιτικής και κοινωνικής Αριστεράς  συμπεριλαμβανομένου και του αντιεξουσιαστικού χώρου.

Δεν πιστεύουμε ότι σε μια τέτοια περίοδο ο, ούτως ή άλλως περιορισμένων δυνατοτήτων, κινηματικός παράγοντας μπορεί να κάνει θαύματα  έχει και ο βολονταρισμός τα όριά του. Θεωρούμε, ωστόσο, πως για να αξιοποιήσουμε τις όποιες δυνατότητες διαθέτουμε προέχει να απαλλαγούμε από δύο πλειοψηφικές απόψεις στον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό χώρο. Η πρώτη συνοψίζεται στην απολύτως παραδοσιακή (και αποτυχημένη) αντίληψη της συγκρότησης ενός ενιαίου αριστερού κόμματος που στη συνέχεια θα οργανώσει το κίνημα και τις κοινωνικές αντιστάσεις. Εκτός του ότι είναι γραφειοκρατική και αφελής, γιατί καμία πολιτική/οργανωτική ανασύνθεση δεν μπορεί να ευοδωθεί αν δεν κυοφορηθεί μέσα στην ανάταση του κοινωνικού/κινηματικού παράγοντα και, κυρίως, αν δεν αναπτύσσεται μαζί του, συνήθως συνυπάρχει με την επιδίωξη της ηγεμονίας στο κοινό σχήμα, τη λατρεία της «πλατφόρμας», την οργανωτική επιβολή και την ασφάλεια του μικρόκοσμου.

Η δεύτερη άποψη συμπυκνώνεται σε έναν απλοϊκό (και αδιέξοδο) κινηματισμό, ο οποίος, αντιδιαστέλλοντας το «κίνημα» στην «κεντρική πολιτική σκηνή» και θεωρώντας ότι τα κινήματα ευθύγραμμα θα συναντηθούν και θα συγκροτηθούν και μετά θα οικοδομήσουν τις αναγκαίες μορφές πολιτικής παρέμβασης και θεωρητικής γενίκευσης, το μόνο που κατορθώνει είναι να εντείνει τον κατακερματισμό και τον «κινηματικό σεκταρισμό», αναγορεύοντας σε κινήματα, συντονιστικά ή λαϊκές συνελεύσεις διάφορα φλύαρα «κοινοβούλια» της άκρας Αριστεράς και της αναρχίας.

Είμαστε πλέον απολύτως πεπεισμένες-οι ότι το «κοινωνικό» και το «πολιτικό» είτε θα συνδιαμορφώσουν σε ταυτόχρονη διαδρομή εκείνες τις «υποκειμενικότητες» που έχουμε ανάγκη είτε θα πελαγοδρομούμε μεταξύ του ιδεολογικού παραληρήματος και του αποσπασματικού εμπειρισμού. Φυσικά θα συνεχίσουμε να συμμετέχουμε σε διάφορες οργανώσεις και συλλογικότητες, ωστόσο η διαπίστωση ότι «πολιτική οργάνωση χωρίς το "κίνημα" στο εσωτερικό της είναι καρικατούρα» και «κίνημα χωρίς την "πολιτική" στο εσωτερικό του είναι θνησιγενές» μας οδηγεί στην αναζήτηση εκείνων των (πειραματικών προφανώς) μορφών κοινής προγραμματικής αναζήτησης και πολιτικής πρακτικής που θα διεκδικούν τον προαναφερθέντα στόχο. Σε αυτή την κατεύθυνση κινούμαστε ως Δίκτυο και αυτό το ζήτημα μαζί με άλλα απασχόλησε την πρόσφατη συνδιάσκεψή μας, τα κείμενα της οποίας δημοσιεύονται σε αυτό το Δελτίο Θυέλλης.

Προφανώς, στο σημερινό τοπίο ούτε η προγραμματική εμβάθυνση ούτε η κινηματική αντεπίθεση ούτε η πολιτικοοργανωτική ανασύνθεση είναι εύκολα ζητήματα. Κάποια από αυτά πρέπει να διεκδικηθούν από σήμερα για να αποκτήσουν σάρκα και οστά αύριο. Κάποια άλλα πρέπει να επιχειρηθούν σήμερα για να γίνουν σήμερα. Για παράδειγμα, ο αγώνας για την έξοδο από την Ευρωζώνη και την ΕΕ, τη διαγραφή του χρέους και το άνοιγμα των συνόρων για τους πρόσφυγες των πολέμων και της φτώχειας γίνεται, αφενός, για να ενισχύσει τους ταξικούς/κοινωνικούς συσχετισμούς υπέρ της αντικαπιταλιστικής διεθνιστικής Αριστεράς και, αφετέρου, για να πετύχει συγκεκριμένα, υλικά αποτελέσματα σήμερα υπέρ των ανέργων ή των εγκλωβισμένων και προς απέλαση προσφύγων.

 

Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα

Θεματικές: 
Κατηγορίες: