Δελτίο Θυέλλης Τεύχος 39 - Πιο ανοιχτά, πιο ριζοσπαστικά με τον ΣΥΡΙΖΑ για την ανατροπή

  • Δημοσιεύτηκε: Τετ, 25/06/2014 - 12:39μμ

Μέτα από μια εξαιρετικά δύσκολη τριπλή εκλογική μάχη και μια νίκη που δεν γράφει μόνο ιστορία, αλλά κρατάει ενεργό το σχέδιο της ανατροπής από καλύτερες ακόμα θέσεις, έρχεται η στιγμή του σύντομου αναγκαίου αναστοχασμού, της κριτικής, της αυτοκριτικής και της επικαιροποίησης των απαντήσεων στα κρίσιμα ερωτήματα της επόμενης περιόδου.       Τέτοιες στιγμές ο διάλογος σε ένα δημοκρατικό κόμμα δεν αποτελεί πολυτέλεια, στοιχείο κρίσης και εσωστρέφειας ή αμφισβήτηση της ηγεσίας, αλλά υποχρέωση. Τα στελέχη ειδικά ενός κόμματος της Αριστεράς, πέρα από την υποχρέωση τους που συχνά ξεχνάνενα μην μιλάνε την ώρα της μάχης, έχουν και την υποχρέωση να μιλάνε τις κρίσιμες ώρες και ως μια τέτοια προσπάθεια πρέπει να εκληφθεί το γνωστό πια «κείμενο των 53» που επιχείρησε να συμβάλει στην αποτίμηση των αποτελεσμάτων, κυρίως με το άγχος για το από δω και πέρα. Θεωρώντας το κείμενο αυτό, αλλά και την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής ως δεδομένα, στο παρόν σημείωμα δεν θα ασχοληθώ παραπάνω με την αποτίμηση.

Αν στo πλαίσιo αυτού του αναστοχασμού προσπαθούσαμε να διαλέξουμε ένα ερώτημα, ως αυτό που η απάντησή του θα κρίνει την τακτική μας το επόμενο διάστημα, τότε μάλλον αυτό θα ήταν το αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πιάσει ταβάνι και αν μπορούμε μόνοι μας να φτάσουμε στην κυβέρνηση της Αριστεράς. Μία εκτίμηση που προεξοφλεί πως ο ΣΥΡΙΖΑ από μόνος του δεν μπορεί να υπερβεί το επίπεδο του 30%, πέρα από την έλλειψη αυτοπεποίθησης που αναπαράγει, μας οδηγεί με έναν μάλλον σχηματικό τρόπο στην αναγκαστική επιλογή συμμάχων, μεταξύ των υπαρκτών πολιτικών σχηματισμών, από τους οποίους κιόλας θα κριθεί και η επιτυχία του σχεδίου μας. Κάπως έτσι εκκινεί μία συζήτηση περί μετατόπισης της γραμμής μας, είτε προς την Kεντροαριστερά, είτε προς τον πατριωτικό χώρο, αναζητώντας και την αύξηση της επιρροής μας και τη συγκρότηση συμμαχιών. Έτσι όμως δημιουργείται ένας πραγματικός κίνδυνος αλλοίωσης του στίγματος που μας έφερε ως εδώ και αποσταθεροποίησης του κόσμου που ήδη πίστεψε και αγωνίστηκε για την κυβέρνηση της Αριστεράς.

Εξάλλου σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών διαρροές που είχαμε προς το Ποτάμι μάλλον παραπάνω οφείλονται στην απώλεια από το λόγο μας ενός εναλλακτισμού που απευθύνεται σε πιο απολιτίκ νεανικά ακροατήρια, παρά στην έλλειψη ανοιγμάτων στην κεντροαριστερά, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που και οι νεοναζί καταφέρνουν να εκφράσουν ένα ριζοσπαστικό και λούμπεν πολλές φορές αντισυστημισμό, που δεν θα ερχόταν όμως προς τα εμάς στην βάση ενός πιο πατριωτικού λόγου.

Χωρίς να παραγνωρίζουμε τα συστημικά σχέδια περί ανασυγκρότησης της Kεντρο-αριστεράς, οφείλουμε να μη μεταμορφώσουμε εμείς οι ίδιοι τα ανυπόληπτα κεντροαριστερά μορφώματα και τα χρεωκοπημένα στελέχη του Mνημονίου σε ρυθμιστές της επιτυχίας του δικού μας σχεδίου.

Ισχυρίζομαι λοιπόν πως η απάντηση που οφείλουμε να δώσουμε είναι πως μπορούμε μόνοι μας, αλλά θέλουμε κι άλλους μαζί μας, μιας και αγωνιζόμαστε να φέρουμε σε πέρας ένα μεγάλο σχέδιο μετασχηματισμού της κοινωνίας για το οποίο η ευρύτατη ηγεμονία αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση.

Χρειάζεται δηλαδή με αυτοπεποίθηση να ξεδιπλώσουμε ένα σχέδιο, με βάση την γραμμή που χαράξαμε στο συνέδριό μας, προσπαθώντας να χτίσουμε εκείνες τις κοινωνικές συμμαχίες που θα το κάνουν ηγεμονικό και ταυτόχρονα να ενισχύσουμε τις αντιστάσεις και την πίεση στο κοινωνικό επίπεδο τόσο που θα απομονώνουν και θα απονομιμοποιούν την κυβέρνηση, χωρίς να απορρίπτουμε στη βάση του δικού μας σχεδίου και τις όποιες συμμαχίες, συνέργειες ή πρωτοβουλίες κοινής δράσης που θα φέρνουν την ανατροπή πιο κοντά. Με μια τέτοια αντίληψη και χωρίς να παραγνωρίζουμε την σημασία της, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ως δηλαδή την κατά βάση κοινωνική ευκαιρία για την απαλλαγή από την μνημονιακή λιτότητα και τη δυνατότητα για την μεγάλη αλλαγή μέσω των εκλογών και όχι ως ένα μονοσήμαντο αγώνα δρόμου στο εσωτερικό του κοινοβουλίου για την εξασφάλιση των 121.

Μια τέτοια λογική κοινωνικής και πολιτικής αντεπίθεσης του σχεδίου «κυβέρνηση της Αριστεράς» οφείλει να μη μένει όμως μόνο στην αρνητική εκφώνηση για την ανάγκη να τους διώξουμε, αλλά με βάση την προγραμματική μας πρόταση να εμπνέει και να κινητοποιεί, να πείθει δηλαδή τα κοινωνικά υποκείμενα τα οποία κατά προτεραιότητα μας ενδιαφέρουν πως έχουν άμεσο συμφέρον να πάρουν την υπόθεση της ανατροπής στα χέρια τους.

Μια τέτοια προγραμματική πρόταση οφείλει να δεσμεύεται αλλά και να δημιουργεί μέτωπα πάλης στη βάση των αναγκών και των δικαιωμάτων, οφείλει να ιεραρχεί προτεραιότητες και να συνθέτει την εικόνα ενός ολότελα διαφορετικού αύριο για το οποίο αγωνιζόμαστε.

Η εξειδίκευση μιας τέτοιας ριζοσπαστικής προγραμματικής πρότασης και η δημοκρατική διαδικασία διαβούλευσής της μέσα στην κοινωνία μπορεί και πρέπει να χτίσει την πλατιά συμμαχία που θα κάνει την κυβέρνηση της Αριστεράς πραγματικότητα και και θα της δώσει μέλλον, μπορεί και πρέπει να δημιουργήσει έναν πλατύ και παρεμβατικό ΣΥΡΙΖΑ ανοιχτό στην κοινωνία και δημοκρατικό στη λειτουργία του.

Μόνος τρόπος για να επιτευχθεί ένα τέτοιο σχέδιο είναι τα ίδια τα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να το πιστέψουν και να το πάρουν στα χέρια τους, δημιουργώντας ένα πραγματικό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα ανατροπής.               

  Τάσος Κορωνάκης