Δελτίο Θυέλλης Τεύχος 39 - Το μάθημα της Θράκης (και μερικοί λόγοι που δεν πρέπει να ξεχαστεί)

  • Δημοσιεύτηκε: Τετ, 25/06/2014 - 12:48μμ

H αδιαμφισβήτητη νίκη του μειονοτικού εθνικιστικού Κόμματος Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας (DEB) στη Θράκη πρώτου κόμματος στους νομούς Ροδόπης και ½άνθης, τρίτου στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης και πρώτου στους έξι από τους οκτώ δήμους των νομών Ροδόπης και ½άνθης, με ποσοστά από 20,04% μέχρι 90,14%, αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο στην αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος του Μαΐου.

Η επιτυχία ενός κόμματος που θέτει ως κύριο στόχο του την επιβεβαίωση της (τουρκικής) εθνικής ταυτότητας της μειονότητας της Θράκης απαιτεί περίσκεψη. Όχι γιατί σηματοδοτεί κάποιον δήθεν εθνικό κίνδυνο, όπως έσπευσαν να προειδοποιήσουν μετεκλογικά οι γνωστοί εθνικά υπερευαίσθητοι κύκλοι οι ίδιοι, δηλαδή, που αγανακτούν με κάθε αναφορά σε τουρκική μειονότητα, υποδεικνύοντας παράλληλα το DEB ως ένα είδος τουρκικού ΛΑΟΣ ή Χρυσής Αυγής, και αποδίδοντάς του ψευδώς «αυτονομιστικές» τάσεις, αλλά γιατί η επιτυχία αυτή επιβεβαιώνει τη συντηρητικοποίηση της μειονότητας και, κυρίως, την υπόγεια σύμπλευση του DEB με τον κυβερνητικό μηχανισμό στην περιοχή. Η άτυπη αυτή συνεργασία, με προφανή στόχο την εκλογική συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ, απέδωσε εν τέλει τα μέγιστα: Η Ν.Δ. εξέλεξε περιφερειάρχη, η Ελιά δήμαρχο από τον πρώτο γύρο και το DEB αναδείχθηκε σε ρυθμιστή των ισορροπιών στην περιοχή, με μια καταγραφή που γυρνά την πολιτική ζωή στη Θράκη πίσω στο 1990.

Το αποτέλεσμα ήρθε να θυμίσει μια παλιά αλήθεια, που στο φόντο μιας πατριωτικής-λαϊκομετωπικής στροφής του ΣΥΡΙΖΑ, και δη ενόψει κρίσιμης εκλογικής μάχης, φάνηκε να ξεχνιέται: H Αριστερά ήταν και θα είναι πάντα ο πρώτος στόχος της αλληλοτροφοδότησης και της συμπληρωματικότητας των εθνικισμών. Της λογικής εκείνης, δηλαδή, που βλέπει την ανάσχεση του τουρκικού εθνικισμού ως υπέρτατο σκοπό, που καθαγιάζει τον ελληνικό, το «δικό μας». Σ' αυτόν το φαύλο κύκλο εντάχθηκε και η άστοχη επιλογή της Σαμπιχά Σουλεϊμάνογλου. Μια επιλογή που ευτυχώς αποσύρθηκε έγγαιρα αλλά που διατάραξε τις σχέσεις με τη μειονότητα, παραγνωρίζοντας ότι τα μέλη της έχουν τρεις προσδιορισμούς: είναι έλληνες πολίτες, μουσουλμανικού θρησκεύματος και τουρκικού, ως επί το πλείστον, εθνοτικού προσδιορισμού.

Αυτή η πραγματικότητα ήταν που «ξεχάστηκε» τις μέρες που ο κυβερνητικός προπαγανδιστικός μηχανισμός βυσσοδομούσε εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και κατά του Δημήτρη Χριστόπουλου προσωπικά. Και δυστυχώς δεν «ξεχάστηκε» μόνο από τους συνήθεις υπόπτους, την περίφημη μονταζιέρα και τα συμπλέοντα βαποράκια της εθνικοφροσύνης· την απώθησαν, επίσης, πολλοί εντός και παραπλεύρως του ΣΥΡΙΖΑ, που αναρωτιούνταν: Γιατί να μην μπορεί να συμμετάσχει στο ευρωψηφοδέλτιο της ριζοσπαστικής Αριστεράς μια γυναίκα, τσιγγάνα και φτωχή μειονοτική, με πλούσια κοινωνική δράση στο Δροσερό της ½άνθης, μέσω του συλλόγου «Ελπίδα»;

Για όποιον ήθελε να δει, η απάντηση ήταν απλή: Η Σουλεϊμάνογλου δεν είχε προταθεί και δεν είχε επιλεγεί γενικώς ως μειονοτική, αλλά πολύ ειδικώς, γιατί δεν ήταν τουρκάλα  κυρίως, όμως για την αντιτουρκική ομιλία της τον Νοέμβριο του 2012 στο ετήσιο Φόρουμ Μειονοτικών µητημάτων του ΟΗΕ· επρόκειτο για μια ομιλία που αναπαρήγαγαν ενθουσιωδώς διάφορες ελληνόψυχες ιστοσελίδες, και με ερώτησή τους στη Βουλή οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, στο βαθμό ακριβώς που απηχούσε την (αντιτουρκική) μειονοτική πολιτική του υπουργείου Εξωτερικών.

Περνώντας από τη λογική του επιθετικού εξελληνισμού του τουρκικού στοιχείου στην αφομοίωσή του μέσω πολιτικών κατακερματισμού της μειονότητας (με μοχλό, μεταξύ άλλων, τη διάθεση μυστικών κονδυλίων πέρα από τον κοινοβουλευτικό έλεγχο...), η πολιτική αυτή ποντάρει πολλά στον τονισμό των εσωτερικών διαφοροποιήσεων της μειονότητας. Αυτή τη λογική καλούταν να υπηρετήσει η υποψηφιότητα της Σουλεϊμάνογλου  ανεξαρτήτως των προθέσεων της ίδιας. Και είναι στα συμφραζόμενα αυτά που η μεγάλη νίκη του DEB ήρθε να αναδείξει τα όρια αυτής της πολιτικής  και μαζί το φαρισαϊσμό όσων έσκιζαν τα ρούχα τους για το περίφημο «συμπαγές τουρκικό πράγμα».

Αν ισχύουν όμως αυτά,       μετά τις εκλογές, τι;

Αναγνωρίζοντας τη σύνθετη πραγματικότητα στη Θράκη και έχοντας υπόψη ότι η χειραγώγηση τμημάτων της μειονότητας, ένθεν κακείθεν, διευκολύνεται από τις συνθήκες απόλυτης ένδειας και τους ακραίους κοινωνικούς αποκλεισμούς που μαστίζουν την περιοχή, η Αριστερά χρειάζεται να δουλέψει με συγκεκριμένο τρόπο, δείχνοντας ότι πήρε το μάθημα. Να δουλέψουμε, τόσο για να μην ακυρωθούν τα σημαντικά βήματα προς τη χειραφέτηση της μειονότητας από ελληνικές και τουρκικές κρατικές σκοπιμότητες, βήματα που καταγράφηκαν στις εκλογές του 2012, όσο και για να σπάσουμε το φαύλο κύκλο της αμοιβαιότητας των εθνικισμών. Ας το ξαναθυμίσουμε: Ακόμα και στις «αριστερές» εκδοχές του, ο ελληνικός εθνικισμός είναι η ιδεολογία της συνέχειας του κράτους  της συνθήκης, δηλαδή, με την οποία αναμετριέται ήδη από σήμερα το σχέδιο για την κυβέρνηση της Αριστεράς. Είναι γι' αυτό που ένα ρεπερτόριο πολιτικής, από την αποσιώπηση των μειονοτικών και της (παρα)κρατικής διαχείρισής τους, ως την «πατριωτική» ευθυγράμμιση με το ελληνικό βαθύ κράτος ενόψει τουρκικού κινδύνου, αποτελεί αποδεδειγμένα πια συνταγή αποτυχίας  επιεικώς...               

Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος